ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΕΥΛΟ ... (9 elements)el (9) : ΑΝΕΥΛΟΓΗΤΟΣ · ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΑ · ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΣ · ΕΥΛΟΓΗΤΑΡΙΑ · ΕΥΛΟΓΙΑ · ΕΥΛΟΓΟ · ΕΥΛΟΓΟΣ · ΕΥΛΟΓΟΦΑΝΗΣ · ΕΥΛΟΓΩ | |
ΑΝΕΥΛΑΒΕΙΑ · ΑΝΕΥΛΑΒΗΣ · ΑΝΕΥΛΟΓΗΤΟΣ · ΒΕΥΛΕ · ΕΥΛΗΠΤΟΣ · ΕΥΛΥΓΙΣΙΑ · ΕΥΛΥΓΙΣΤΟΣ · ΕΥΛΥΤΟΣ · ΚΕΥΛΑΝΗ · ΝΤΙΣΝΕΥΛΑΝΤ ΒΑΡΓΥΛΟΣ · ΓΟΓΓΥΛΟΚΡΑΜΒΗ · ΟΛΟΣΤΡΟΓΓΥΛΟΣ · ΠΟΥΛΟΒΕΡ · ΣΤΡΟΓΓΥΛΟ · ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΚΑΘΟΜΑΙ · ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΜΟΡΦΟΣ · ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΣ · ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΤΗΣ · ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΤΗΤΑ | |
ΑΝΕΥΛΟΓΗΤΟΣ · ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΑ · ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΣ · ΕΥΛΟΓΗΤΑΡΙΑ · ΕΥΛΟΓΙΑ ΑΝΕΥΛΟΓΗΤΟΣ |