ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΕΤΕΡ ... (52 elements)

ΒΕΤΕΡΑΝΟΣ · ΕΤΕΡΑ · ΚΑΦΕΤΕΡΙΩΝ · ΚΕΤΕΡ · ΜΑΡΚΕΤΕΡΙ · ΜΕΤΕΡΙΖΙ · ΜΕΤΕΡΧΟΜΑΙ · ΟΥΔΕΤΕΡΗ · ΣΕΚΡΕΤΕΡ · ΥΜΕΤΕΡΟΣ

... ΤΕΡΟ ... (240 elements)

ΓΑΣΤΕΡΟΠΟΔΟ · ΕΤΕΡΟΠΟΙΩΣΗ · ΕΤΕΡΟΠΟΛΙΚΟΣ · ΕΤΕΡΟΡΡΥΘΜΗ · ΟΡΥΚΤΕΡΟΠΟΥΣ · ΟΥΔΕΤΕΡΟΠΟΙΩ · ΣΤΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΥΠΕΡΤΕΡΟΣ · ΧΟΡΤΕΡΟ · ΧΟΡΤΕΡΟΥ

... ΔΕΤΕΡΟ ... (6 elements)

ΟΥΔΕΤΕΡΟ · ΟΥΔΕΤΕΡΟΝ · ΟΥΔΕΤΕΡΟΝΙΟ · ΟΥΔΕΤΕΡΟΠΟΙΩ · ΟΥΔΕΤΕΡΟΣ

... ΕΤΕΡΟΑ ... (1 element)

ΕΤΕΡΟΑΠΛΟΕΙΔΗΣ

... ΕΤΕΡΟΔ ... (4 elements)

ΕΤΕΡΟΔΙΚΙΑ · ΕΤΕΡΟΔΙΚΟΣ · ΕΤΕΡΟΔΟΞΟΣ · ΕΤΕΡΟΔΥΝΟΣ

... ΕΤΕΡΟΚ ... (1 element)

ΕΤΕΡΟΚΛΗΤΟΣ

... ΕΤΕΡΟΝ ... (2 elements)

ΟΥΔΕΤΕΡΟΝ · ΟΥΔΕΤΕΡΟΝΙΟ

... ΕΤΕΡΟΠ ... (3 elements)

ΕΤΕΡΟΠΟΙΩΣΗ · ΕΤΕΡΟΠΟΛΙΚΟΣ · ΟΥΔΕΤΕΡΟΠΟΙΩ

... ΕΤΕΡΟΡ ... (2 elements)

ΕΤΕΡΟΡΡΥΘΜΗ · ΕΤΕΡΟΡΡΥΘΜΟΣ

... ΕΤΕΡΟΣ ... (6 elements)

ΕΤΕΡΟΣ · ΕΤΕΡΟΣΕΞΙΣΜΟΣ · ΕΤΕΡΟΣΚΕΔΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΕΤΕΡΟΣΦΑΙΡΑ · ΟΥΔΕΤΕΡΟΣ

... ΕΤΕΡΟΤ ... (1 element)

ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑ

... ΕΤΕΡΟΦ ... (3 elements)

ΕΤΕΡΟΦΥΛΟΣ · ΕΤΕΡΟΦΥΛΟΦΙΛΙΚΟΣ · ΕΤΕΡΟΦΥΛΟΦΙΛΟΣ

... ΕΤΕΡΟΧ ... (1 element)

ΕΤΕΡΟΧΡΟΝΙΖΩ