ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΕΡΟΠΟ ... (31 elements)

ΓΑΣΤΕΡΟΠΟΔΟ · ΕΤΕΡΟΠΟΙΩΣΗ · ΕΤΕΡΟΠΟΛΙΚΟΣ · ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ · ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ · ΝΕΡΟΠΟΝΤΗ · ΝΕΡΟΠΟΥΛΙ · ΟΡΥΚΤΕΡΟΠΟΥΣ · ΟΥΔΕΤΕΡΟΠΟΙΩ · ΣΤΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ

... ΡΟΠΟΙ ... (39 elements)

ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΚΑΡΟΠΟΙΟΣ · ΚΛΕΙΘΡΟΠΟΙΟΣ · ΜΑΧΑΙΡΟΠΟΙΟΣ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΣΤΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΥΓΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΦΘΟΡΟΠΟΙΟΣ · ΧΑΡΟΠΟΙΟΣ

... ΕΡΟΠΟΙΗ ... (2 elements)

ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ

... ΕΡΟΠΟΙΟ ... (3 elements)

ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΣΤΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ

... ΕΡΟΠΟΙΩ ... (5 elements)

ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩ · ΕΤΕΡΟΠΟΙΩΣΗ · ΟΥΔΕΤΕΡΟΠΟΙΩ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩ · ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΠΟΙΩ

... ΘΕΡΟΠΟΙ ... (7 elements)

ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ

... ΤΕΡΟΠΟΙ ... (3 elements)

ΕΤΕΡΟΠΟΙΩΣΗ · ΟΥΔΕΤΕΡΟΠΟΙΩ · ΣΤΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ