ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΕΡΕΚΤ ... (2 elements)

... ΕΡΕΚ ... (10 elements)

ΖΕΜΠΕΡΕΚΙ · ΝΤΕΡΕΚ · ΝΤΕΡΕΚΙ · ΥΠΕΡΕΚΘΕΙΑΖΩ · ΥΠΕΡΕΚΘΕΤΩ · ΥΠΕΡΕΚΛΕΚΤΙΚΟΣ · ΥΠΕΡΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ · ΥΠΕΡΕΚΤΙΜΗΣΗ · ΥΠΕΡΕΚΤΙΜΩ · ΦΕΡΕΚΥΔΗΣ

... ΡΕΚΤ ... (12 elements)

ΔΑΚΡΥΒΡΕΚΤΟΣ · ΝΤΙΡΕΚΤΙΒΑ · ΟΡΕΚΤΙΚΑ · ΟΡΕΚΤΙΚΟ · ΟΡΕΚΤΙΚΟΣ · ΠΑΡΕΚΤΟΣ · ΠΑΡΕΚΤΡΕΠΟΜΑΙ · ΠΑΡΕΚΤΡΕΠΩΝ · ΠΑΡΕΚΤΡΟΠΗ · ΡΕΚΤΗΣ

... ΕΡΕΚΤΙ ... (2 elements)

ΥΠΕΡΕΚΤΙΜΗΣΗ · ΥΠΕΡΕΚΤΙΜΩ

... ΠΕΡΕΚΤ ... (2 elements)

ΥΠΕΡΕΚΤΙΜΗΣΗ · ΥΠΕΡΕΚΤΙΜΩ