ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΕΡΑΣΤΙΚΟΤ ... (1 element)el (1) : ΔΙΑΠΕΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ | |
ΔΙΑΠΕΡΑΣΤΙΚΟΣ · ΔΙΑΠΕΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΠΕΡΑΣΤΙΚΟΣ · ΥΠΕΡΑΣΤΙΚΟ · ΥΠΕΡΑΣΤΙΚΟΣ ΔΙΑΔΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΔΙΑΠΕΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΔΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ | |
... ΕΡΑΣΤΙΚΟΤΗ ... (1 element) ΔΙΑΠΕΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ... ΠΕΡΑΣΤΙΚΟΤ ... (1 element) ΔΙΑΠΕΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ |