ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩΜΕΝΟΣ ... (1 element)el (1) : ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩΜΕΝΟΣ | |
... ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩ ... (5 elements) ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩ · ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩΜΕΝΟΣ · ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩΝΩ · ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩΣΗ · ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩΤΗΣ ... ΕΤΑΛΛΩΜΕΝΟ ... (1 element) ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩΜΕΝΟΣ ... ΙΜΕΤΑΛΛΩΜΕ ... (1 element) ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩΜΕΝΟΣ ... ΜΕΤΑΛΛΩΜΕΝ ... (1 element) ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩΜΕΝΟΣ ... ΠΙΜΕΤΑΛΛΩΜ ... (1 element) ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩΜΕΝΟΣ ... ΤΑΛΛΩΜΕΝΟΣ ... (3 elements) ΑΠΟΚΡΥΣΤΑΛΛΩΜΕΝΟΣ · ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩΜΕΝΟΣ · ΚΡΥΣΤΑΛΛΩΜΕΝΟΣ | |