ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΕΚΤΕ ... (32 elements)el (32) : ΕΚΤΕΙΝΟΜΕΝΗ · ΕΚΤΕΤΑΜΕΝΟΣ · ΕΚΤΕΤΥΛΙΓΜΕΝΟ · ΕΠΕΚΤΕΙΝΟΜΑΙ · ΕΠΕΚΤΕΙΝΩ · ΠΑΡΑΔΕΚΤΕΣ · ΠΡΟΕΚΤΕΙΝΟΜΑΙ · ΠΡΟΕΚΤΕΙΝΩ · ΠΡΟΕΚΤΕΤΑΜΕΝΟΣ · ΣΥΝΕΚΤΕΙΝΟΜΕΝΟΣ | |
ΕΚΤ · ΕΚΤΑΣΕΙΣ · ΕΚΤΑΣΗ · ΕΠΕΚΤΑΣΗ · ΕΠΕΚΤΑΣΗΣ · ΕΠΕΚΤΑΤΟΣ · ΕΥΠΡΟΣΔΕΚΤΑ · ΜΠΕΚΤΑΣΙ · ΠΡΟΕΚΤΑΣΗ · ΣΕΚΤΑΣ ΕΚΤΕΙΝΟΜΑΙ · ΕΚΤΕΙΝΟΜΕΝΗ · ΕΚΤΕΙΝΩ · ΕΚΤΕΙΝΩΝ · ΕΠΕΚΤΕΙΝΟΜΑΙ · ΕΠΕΚΤΕΙΝΩ · ΚΟΚΤΕΙΛ · ΠΡΟΕΚΤΕΙΝΟΜΑΙ · ΠΡΟΕΚΤΕΙΝΩ · ΣΥΝΕΚΤΕΙΝΟΜΕΝΟΣ | |
ΠΑΡΑΔΕΚΤΕΣ ΕΚΤΕΘΕΙΜΕΝΟΣ · ΕΚΤΕΘΗΛΥΜΕΝΟ · ΕΚΤΕΘΗΛΥΜΕΝΟΣ ΕΚΤΕΙΝΟΜΑΙ · ΕΚΤΕΙΝΟΜΕΝΗ · ΕΚΤΕΙΝΩ · ΕΚΤΕΙΝΩΝ · ΕΠΕΚΤΕΙΝΟΜΑΙ ΑΝΕΚΤΕΛΕΣΤΟΣ · ΕΚΤΕΛΕΣΕΩΣ · ΕΚΤΕΛΕΣΗ · ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ · ΕΚΤΕΛΕΣΤΗΣ ΕΚΤΕΜΝΩ ΕΚΤΕΝΕΣ · ΕΚΤΕΝΗΣ ΠΑΡΑΔΕΚΤΕΣ ΕΚΤΕΤΑΜΕΝΟΣ · ΕΚΤΕΤΥΛΙΓΜΕΝΟ · ΠΡΟΕΚΤΕΤΑΜΕΝΟΣ ΑΝΕΚΤΕΛΕΣΤΟΣ · ΣΥΝΕΚΤΕΙΝΟΜΕΝΟΣ ΠΡΟΕΚΤΕΙΝΟΜΑΙ · ΠΡΟΕΚΤΕΙΝΩ · ΠΡΟΕΚΤΕΤΑΜΕΝΟΣ ΕΠΕΚΤΕΙΝΟΜΑΙ · ΕΠΕΚΤΕΙΝΩ |