ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΕΚΡΙΜ ... (10 elements)el (10) : ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΑ · ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΟΣ · ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΣ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΠΟΙΩ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΣ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΥ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ | |
ΑΝΕΚΡΙΖΟΤΟΣ · ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΣ · ΝΕΚΡΙΚΑ · ΝΕΚΡΙΚΗ · ΝΕΚΡΙΚΟΣ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΠΟΙΩ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΣ ΓΚΡΙΜΑΤΣΑ · ΕΚΚΡΙΜΑ · ΕΝΔΟΚΡΙΜΑ · ΚΡΙΜΑ · ΚΡΙΜΑΙΑ · ΚΡΙΜΑΤΙΖΩ · ΚΡΙΜΑΤΙΣΜΕΝΟΣ · ΠΡΟΚΡΙΜΑΤΙΚΕΣ · ΠΡΟΚΡΙΜΑΤΙΚΟΣ · ΣΥΓΚΡΙΜΑ | |
ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΑ · ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΟΣ · ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΣ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΑ · ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΟΣ · ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΣ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ · ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ |