ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΕΙΤΟΥΡΓ ... (19 elements)el (19) : ΒΙΟΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΣΜΟΣ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣ | |
ΒΙΟΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΩ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΣΜΟΣ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣ ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΩ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΜΑ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΣΙΜΟΣ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΣΜΟΣ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΩ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ | |
ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΜΑ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΣΙΜΟΣ ... ΕΙΤΟΥΡΓΙ ... (12 elements) ΒΙΟΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣ ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΩ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΩ · ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ ... ΛΕΙΤΟΥΡΓ ... (19 elements) ΒΙΟΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ · ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ |