ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΕΒΑΣΜ ... (17 elements)el (17) : ΑΝΕΒΑΣΜΑ · ΑΝΕΒΟΚΑΤΕΒΑΣΜΑ · ΑΥΤΟΣΕΒΑΣΜΟΣ · ΚΑΤΕΒΑΣΜΑ · ΣΕΒΑΣΜΟ · ΣΕΒΑΣΜΟΙ · ΣΕΒΑΣΜΟΣ · ΣΕΒΑΣΜΟΥ · ΣΚΑΜΠΑΝΕΒΑΣΜΑ · ΣΚΑΜΠΑΝΕΒΑΣΜΑΤΑ | |
ΕΜΒΑΣΜΑ · ΕΜΒΑΣΜΑΤΟΣ · ΕΠΙΒΙΒΑΣΜΕΝΟΣ · ΠΡΟΒΙΒΑΣΜΟΣ · ΡΕΜΒΑΣΜΟΣ · ΣΕΒΑΣΜΙΟΣ · ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΑΤΕ · ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΗΤΑ · ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ · ΥΠΟΒΙΒΑΣΜΟΣ ΑΞΙΟΣΕΒΑΣΤΟΣ · ΑΥΤΟΣΕΒΑΣΜΟΣ · ΣΕΒΑΣ · ΣΕΒΑΣΜΙΟΣ · ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΑΤΕ · ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΗΤΑ · ΣΕΒΑΣΜΟ · ΣΕΒΑΣΜΟΙ · ΣΕΒΑΣΜΟΣ · ΣΕΒΑΣΜΟΥ | |
ΑΝΕΒΑΣΜΑ · ΑΝΕΒΟΚΑΤΕΒΑΣΜΑ · ΚΑΤΕΒΑΣΜΑ · ΣΚΑΜΠΑΝΕΒΑΣΜΑ · ΣΚΑΜΠΑΝΕΒΑΣΜΑΤΑ ΑΝΕΒΑΣΜΕΝΟΣ · ΚΑΤΕΒΑΣΜΕΝΑ · ΚΑΤΕΒΑΣΜΕΝΟ · ΠΟΛΥΚΑΤΕΒΑΣΜΕΝΟΣ ΣΕΒΑΣΜΙΟΣ · ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΑΤΕ · ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΗΤΑ ΑΥΤΟΣΕΒΑΣΜΟΣ · ΣΕΒΑΣΜΟ · ΣΕΒΑΣΜΟΙ · ΣΕΒΑΣΜΟΣ · ΣΕΒΑΣΜΟΥ ΑΝΕΒΑΣΜΑ · ΑΝΕΒΑΣΜΕΝΟΣ · ΣΚΑΜΠΑΝΕΒΑΣΜΑ · ΣΚΑΜΠΑΝΕΒΑΣΜΑΤΑ ΑΥΤΟΣΕΒΑΣΜΟΣ · ΣΕΒΑΣΜΙΟΣ · ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΑΤΕ · ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΗΤΑ · ΣΕΒΑΣΜΟ ΑΝΕΒΟΚΑΤΕΒΑΣΜΑ · ΚΑΤΕΒΑΣΜΑ · ΚΑΤΕΒΑΣΜΕΝΑ · ΚΑΤΕΒΑΣΜΕΝΟ · ΠΟΛΥΚΑΤΕΒΑΣΜΕΝΟΣ |