ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΓΧΡΟΝ ... (24 elements)el (24) : ΑΣΥΓΧΡΟΝΗ · ΑΣΥΓΧΡΟΝΙΣΤΟΣ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΟΜΑΙ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΩ · ΣΥΓΧΡΟΝΗ · ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ · ΣΥΓΧΡΟΝΙΖΩ · ΣΥΓΧΡΟΝΙΚΗ · ΣΥΓΧΡΟΝΙΚΟΤΗΤΑ · ΣΥΓΧΡΟΝΙΣΤΗΣ | |
ΑΣΥΓΧΡΟΝΗ · ΑΣΥΓΧΡΟΝΙΣΤΟΣ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΟΜΑΙ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΩ · ΣΥΓΧΡΟΝΗ · ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ · ΣΥΓΧΡΟΝΙΖΩ · ΣΥΓΧΡΟΝΙΚΗ · ΣΥΓΧΡΟΝΙΚΟΤΗΤΑ · ΣΥΓΧΡΟΝΙΣΤΗΣ ΑΣΥΓΧΡΟΝΗ · ΒΡΑΧΥΧΡΟΝΙΟΣ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΟΜΑΙ · ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΗ · ΠΟΛΥΧΡΟΝΗΣ · ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΑΔΗΣ · ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΟΥ · ΣΥΓΧΡΟΝΗ · ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ · ΧΡΟΝΗΣ | |
ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΑΣΥΓΧΡΟΝΗ · ΣΥΓΧΡΟΝΗ · ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΑΣΥΓΧΡΟΝΙΣΤΟΣ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΟΜΑΙ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΩ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΑΣΥΓΧΡΟΝΟΣ · ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ · ΥΠΕΡΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ · ΣΥΓΧΡΟΝΩΣ ΑΣΥΓΧΡΟΝΗ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΟΜΑΙ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΩ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΕΝΟΣ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟ |