ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΒΑΣΜΑ ... (8 elements)el (8) : ΑΝΕΒΑΣΜΑ · ΑΝΕΒΟΚΑΤΕΒΑΣΜΑ · ΔΙΑΒΑΣΜΑ · ΕΜΒΑΣΜΑ · ΕΜΒΑΣΜΑΤΟΣ · ΚΑΤΕΒΑΣΜΑ · ΣΚΑΜΠΑΝΕΒΑΣΜΑ · ΣΚΑΜΠΑΝΕΒΑΣΜΑΤΑ | |
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΑ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΑΣΜΑ · ΚΛΙΝΟΣΚΕΠΑΣΜΑ · ΚΛΙΝΟΣΚΕΠΑΣΜΑΤΑ · ΛΙΠΑΣΜΑ · ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ · ΜΠΑΣΜΑΣ · ΣΚΕΠΑΣΜΑ ΕΜΒΑΣΜΑ · ΕΜΒΑΣΜΑΤΟΣ · ΕΠΙΒΙΒΑΣΜΕΝΟΣ · ΠΡΟΒΙΒΑΣΜΟΣ · ΡΕΜΒΑΣΜΟΣ · ΣΕΒΑΣΜΙΟΣ · ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΑΤΕ · ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΗΤΑ · ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ · ΥΠΟΒΙΒΑΣΜΟΣ | |
ΔΙΑΒΑΣΜΑ ΕΜΒΑΣΜΑΤΟΣ · ΣΚΑΜΠΑΝΕΒΑΣΜΑΤΑ ΑΝΕΒΑΣΜΑ · ΑΝΕΒΟΚΑΤΕΒΑΣΜΑ · ΚΑΤΕΒΑΣΜΑ · ΣΚΑΜΠΑΝΕΒΑΣΜΑ · ΣΚΑΜΠΑΝΕΒΑΣΜΑΤΑ ΕΜΒΑΣΜΑ · ΕΜΒΑΣΜΑΤΟΣ |