ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΑΣΤΡΟΦ ... (21 elements)el (21) : ΑΝΑΣΤΡΟΦΟΣ · ΑΣΤΡΟΦΕΓΓΗΣ · ΑΣΤΡΟΦΕΓΓΙΑ · ΑΣΤΡΟΦΥΣΙΚΗ · ΑΣΤΡΟΦΥΣΙΚΟΣ · ΔΙΑΣΤΡΟΦΕΑΣ · ΔΙΑΣΤΡΟΦΗ · ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΑΣ · ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΟΦΗ · ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΟΦΩΝ | |
ΑΣΤΡΟ · ΑΣΤΡΟΛΑΒΟΣ · ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΑ · ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ · ΑΣΤΡΟΛΟΓΟΣ · ΓΑΣΤΡΟΚΝΗΜΙΟ · ΕΚΠΩΜΑΣΤΡΟ · ΜΑΣΤΡΟΠΕΙΑ · ΜΑΣΤΡΟΠΕΥΩ · ΜΑΣΤΡΟΠΟΣ ΑΝΑΣΤΡΟΦΟΣ · ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΟΣ · ΑΠΕΡΙΣΤΡΟΦΟΣ · ΑΠΟΣΤΡΟΦΟΣ · ΑΡΓΟΣΤΡΟΦΟΣ · ΑΡΙΣΤΕΡΟΣΤΡΟΦΟΣ · ΔΕΞΙΟΣΤΡΟΦΟΣ · ΕΞΩΣΤΡΟΦΟΣ · ΕΥΣΤΡΟΦΟΣ · ΣΤΡΟΦΟΡΜΗ | |
ΑΣΤΡΟΦΕΓΓΗΣ · ΑΣΤΡΟΦΕΓΓΙΑ · ΔΙΑΣΤΡΟΦΕΑΣ · ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΑΣ ΑΝΑΣΤΡΟΦΗ · ΑΥΤΟΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ · ΔΙΑΣΤΡΟΦΗ · ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ · ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΑ · ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΗ · ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΣ · ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΤΗΤΑ ΑΝΑΣΤΡΟΦΟΣ ΑΣΤΡΟΦΥΣΙΚΗ · ΑΣΤΡΟΦΥΣΙΚΟΣ ΑΣΤΡΟΦΩΤΙΣΤΟΣ · ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΩΝ · ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΟΦΩΝ ΔΙΑΣΤΡΟΦΕΑΣ · ΔΙΑΣΤΡΟΦΗ ΑΝΑΣΤΡΟΦΗ · ΑΝΑΣΤΡΟΦΟΣ · ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΟΦΗ · ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΟΦΩΝ ΑΥΤΟΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ · ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΑΣ · ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ · ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ · ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΑ |