ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΑΠΟΤ ... (91 elements)el (91) : ΑΠΟΤΜΗΤΙΚΟΣ · ΑΠΟΤΟΛΜΩ · ΑΠΟΤΟΜΑ · ΑΠΟΤΟΜΗ · ΑΠΟΤΟΜΟ · ΑΠΟΤΟΜΟΣ · ΑΠΟΤΟΞΙΝΩΜΕΝΟΣ · ΑΠΟΤΟΞΙΝΩΝΟΜΑΙ · ΑΠΟΤΟΞΙΝΩΝΩ · ΑΠΟΤΟΞΙΝΩΣΗ | |
ΑΠΟ · ΑΠΟΨΕ · ΑΠΟΨΕΙΣ · ΑΠΟΨΕΩΝ · ΑΠΟΨΗ · ΑΠΟΨΗΣ · ΑΠΟΨΙΛΩΝΩ · ΑΠΟΨΥΚΤΗΣ · ΑΠΟΨΥΞΗ · ΑΠΟΨΥΧΩ ΑΝΥΠΟΤΑΓΗ · ΚΑΜΠΟΤΑΖ · ΝΕΠΟΤΙΣΜΟΣ · ΟΥΔΕΠΟΤΕ · ΠΟΤ · ΠΟΤΑ · ΣΑΜΠΟΤΑΖ · ΥΠΟΤΑΓΗ · ΥΠΟΤΑΓΜΕΝΟΣ · ΥΠΟΤΑΣΣΩ | |
ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΕΙΣ · ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΗ · ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΤΗΣ · ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΩ · ΑΠΟΤΑΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΙ · ΑΠΟΤΕΛΕΙΤΑΙ · ΑΠΟΤΕΛΕΙΩΜΑ · ΑΠΟΤΕΛΕΙΩΜΕΝΟΣ · ΑΠΟΤΕΛΕΙΩΝΩ ΠΟΤΑΠΟΤΗΤΑ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ · ΑΠΟΤΙΜΩ · ΑΠΟΤΙΝΑΣΣΩ · ΔΙΑΠΟΤΙΖΩ · ΔΙΑΠΟΤΙΣΗ ΑΠΟΤΜΗΤΙΚΟΣ ΑΠΟΤΟΛΜΩ · ΑΠΟΤΟΜΑ · ΑΠΟΤΟΜΗ · ΑΠΟΤΟΜΟ · ΑΠΟΤΟΜΟΣ ΑΝΑΠΟΤΡΕΠΤΑ · ΑΠΟΤΡΕΠΤΙΚΟΣ · ΑΠΟΤΡΕΠΤΟΣ · ΑΠΟΤΡΕΠΩ · ΑΠΟΤΡΕΨΙΜΟΣ ΑΠΟΤΣΙΓ · ΑΠΟΤΣΙΓΑΡΟ ΑΠΟΤΥΓΧΑΝΩ · ΑΠΟΤΥΠΩΜΑ · ΑΠΟΤΥΠΩΝΩ · ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ · ΑΠΟΤΥΠΩΣΙΜΟΣ ΖΑΠΟΤΕΚΟΙ ΔΙΑΠΟΤΙΖΩ · ΔΙΑΠΟΤΙΣΗ · ΔΙΑΠΟΤΙΣΜΕΝΟΣ · ΔΙΑΠΟΤΙΣΜΟΣ ΚΑΠΟΤΑ · ΚΑΠΟΤΕ ΑΝΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΑ · ΑΝΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΑΝΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΑΝΑΠΟΤΡΕΠΤΑ ΠΑΡΑΠΟΤΑΜΙΟΣ · ΠΑΡΑΠΟΤΑΜΟΣ ΠΟΤΑΠΟΤΗΤΑ |