ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΑΛΕΚΤ ... (11 elements)

ΑΛΕΚΤΩΡ · ΑΜΥΓΔΑΛΕΚΤΟΜΗ · ΑΜΥΓΔΑΛΕΚΤΟΜΙΑ · ΑΝΑΛΕΚΤΑ · ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ · ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΟΣ · ΔΙΑΛΕΚΤΟΛΟΓΙΑ · ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ · ΔΙΑΛΕΚΤΟΥ · ΙΔΙΟΔΙΑΛΕΚΤΟΣ

... ΛΕΚΤΟ ... (27 elements)

ΑΛΕΚΤΟΡΑΣ · ΑΜΥΓΔΑΛΕΚΤΟΜΗ · ΑΜΥΓΔΑΛΕΚΤΟΜΙΑ · ΔΙΑΛΕΚΤΟΛΟΓΙΑ · ΕΚΛΕΚΤΟΙ · ΕΚΛΕΚΤΟΡΑΣ · ΕΚΛΕΚΤΟΡΙΚΟ · ΕΠΙΛΕΚΤΟΙ · ΕΥΦΛΕΚΤΟΣ · ΛΕΚΤΟΡΑΣ

... ΑΛΕΚΤΟΛ ... (1 element)

ΔΙΑΛΕΚΤΟΛΟΓΙΑ

... ΑΛΕΚΤΟΜ ... (2 elements)

ΑΜΥΓΔΑΛΕΚΤΟΜΗ · ΑΜΥΓΔΑΛΕΚΤΟΜΙΑ

... ΑΛΕΚΤΟΣ ... (2 elements)

ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ · ΙΔΙΟΔΙΑΛΕΚΤΟΣ

... ΔΑΛΕΚΤΟ ... (2 elements)

ΑΜΥΓΔΑΛΕΚΤΟΜΗ · ΑΜΥΓΔΑΛΕΚΤΟΜΙΑ

... ΙΑΛΕΚΤΟ ... (4 elements)

ΔΙΑΛΕΚΤΟΛΟΓΙΑ · ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ · ΔΙΑΛΕΚΤΟΥ · ΙΔΙΟΔΙΑΛΕΚΤΟΣ